Συγγραφείς: Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης (MD, ORL, DDS, PhD), Αικατερίνη Γκέλη (ΜD, Radiologist)
Η γήρανση του ανθρώπινου οργανισμού συχνά συνδέεται με ολική έλλειψη του μαγνησίου (Μg) στο ανθρώπινο σώμα.
Η έλλειψη μαγνησίου, εκτός από το ότι έχει αρνητικό αντίκτυπο
|
Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Kόρινθος 20100 pharmage@otenet.gr gelis.gr pharmagel.gr Τηλ. 6944280764
|
|
Αικατερίνη Γκέλη Ιατρός, Ακτινοδιαγνώστρια Παπαληγούρα 16 Άσσος Κορινθίας 6944644820 |
στο βιοχημικό μονοπάτι παραγωγής ενέργειας που απαιτείται από τα μιτοχόνδρια για την παραγωγή ATP, μειώνει επίσης τον ουδό ή κατώφλι της αντιοξειδωτικής ικανότητας του γηράσκοντος οργανισμού και την αντίστασή του στις βλάβες από τις ελεύθερες ρίζες[1].
Το μαγνήσιο δρα επίσης ως αντιοξειδωτικό κατά της βλάβης των μιτοχονδρίων από τις ελεύθερες ρίζες. Η χρόνια φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες έχουν αναγνωριστεί ως παθογόνοι παράγοντες στη γήρανση και σε αρκετές ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία.
Η χρόνια έλλειψη Mg οδηγεί σε υπερβολική παραγωγή ελεύθερων ριζών που προέρχονται από το οξυγόνο και τη δημιουργία φλεγμονής χαμηλού βαθμού. Η γήρανση του ανθρώπου συνδέεται πολύ συχνά με έλλειψη Mg και με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης πολλών χρόνιων ασθενειών, απώλεια μυϊκής μάζας και σαρκοπενία, αλλοιωμένες ανοσολογικές αποκρίσεις και αγγειακές και μεταβολικές καταστάσεις, όπως η αθηρωματοσκλήρυνση, ο διαβήτης και το καρδιομεταβολικό σύνδρομο.
Η συνηθέστερη αιτία έλλειψης Mg στον πληθυσμό των ηλικιωμένων είναι η διατροφική ανεπάρκεια Mg, αν και μια δευτερογενής έλλειψη Mg κατά τη γήρανση μπορεί επίσης να οφείλεται σε πολλούς διαφορετικούς μηχανισμούς[1].
Τα επίπεδα Mg στον ορό παραμένουν σταθερά με την ηλικία, ενώ διαφέρουν οι συγκεντρώσεις μαγνησίου στα ερυθρά αιμοσφαίρια και τα μονοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια[2].
Η περιεκτικότητα σε μαγνήσιο των μονοπύρηνων αιμοσφαιρίων μπορεί να παρέχει καλύτερη εκτίμηση της κατάστασης του ενδοκυτταρικού μαγνησίου ή του ολικού μαγνησίου του σώματος από ό,τι η μέτρηση του μαγνησίου στο πλάσμα ή στα ερυθροκύτταρα[3].
Οι αλλαγές του μεταβολισμού του μαγνησίου με τη γήρανση του οργανισμού
Έχουν αναφερθεί αρκετές αλλαγές στο μεταβολισμό του μαγνησίου (Mg) με τη γήρανση, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης πρόσληψης Mg, της μειωμένης εντερικής απορρόφησης Mg και της νεφρικής σπατάλης Mg. Τα ήπια ελλείμματα Mg είναι γενικά ασυμπτωματικά και τα κλινικά σημεία είναι συνήθως μη ειδικά ή απουσιάζουν.
Η σωματική εξασθένηση, οι διαταραχές ύπνου, η υπερσυναισθηματικότητα και οι γνωστικές διαταραχές είναι συνηθισμένες καταστάσεις στα ηλικιωμένα άτομα με ήπια έλλειψη Mg και μπορεί συχνά να συγχέονται με συμπτώματα που σχετίζονται με την ηλικία[4].
Τα χρόνια ελλείμματα Mg αυξάνουν την παραγωγή ελεύθερων ριζών που έχουν εμπλακεί στην ανάπτυξη αρκετών χρόνιων διαταραχών που σχετίζονται με την ηλικία. Πολλές ανθρώπινες ασθένειες έχουν συσχετιστεί με την έλλειψη Mg, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων, της υπέρτασης, του εγκεφαλικού, του καρδιομεταβολικού συνδρόμου και του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, των συσπαστικών συνδρόμων των αεραγωγών και του άσθματος, της κατάθλιψης, των παθήσεων που σχετίζονται με το στρες, ψυχιατρικών διαταραχών, νόσου του Alzheimer και άλλων συνδρόμων άνοιας, μυϊκών παθήσεων (μυϊκός πόνος, χρόνια κόπωση και ινομυαλγία), ευθραυστότητας των οστών και καρκίνου[4].
Το διατροφικό Mg και/ή το Mg που προσλαμβάνεται με την κατανάλωση ποσίμου νερού (γενικά είναι πιο βιοδιαθέσιμο από το Mg που περιέχεται στα τρόφιμα) ή με τη συμπληρωματική λήψη Mg θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη διόρθωση των ελλειμμάτων Mg. Η διατήρηση μιας βέλτιστης ισορροπίας Mg καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής του κάθε ατόμου μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη του οξειδωτικού στρες και των χρόνιων καταστάσεων που σχετίζονται με τη γήρανση[4].
Μηχανισμοί πρόκλησης έλλειψης μαγνησίου σε ηλικιωμένα άτομα
Έχει επιβεβαιωθεί ότι η χρόνια λανθάνουσα έλλειψη Mg είναι αρκετά συχνή σε ενήλικες προχωρημένης ηλικίας στις δυτικές χώρες. Στον παρατιθέμενο πίνακα περιγράφονται οι πιθανοί μηχανισμοί αυτής της αποδεδειγμένης έλλειψης Mg που παρατηρείται σε ηλικιωμένα άτομα.
Η χρόνια λανθάνουσα έλλειψη μαγνησίου και βιταμίνης D μπορεί συνήθως να υπάρχει σε παχύσαρκα μη διαβητικά άτομα. Μεμονωμένα και σε συνδυασμό, και οι δύο ελλείψεις προδιαθέτουν τους μη διαβητικούς ασθενείς σε αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιομεταβολικών παθήσεων. Η διατήρηση της φυσιολογικής κατάστασης Mg μπορεί να βελτιώσει τις ευεργετικές επιδράσεις της βιταμίνης D στους δείκτες καρδιομεταβολικού κινδύνου[5].
Αυτή η έλλειψη Mg συνδέεται συχνά με χαμηλή πρόσληψη Mg, ενώ οι απαιτήσεις Mg για τις διαδικασίες λειτουργίας του σώματος δεν αλλάζουν με την ηλικία.
Η έλλειψη μαγνησίου και σεληνίου είναι καλά τεκμηριωμένη μεταξύ των ηλικιωμένων ατόμων και ιδιαίτερα των ηλικιωμένων που φιλοξενούνται σε γηροκομεία ή πάσχουν από διάφορα νοσήματα [6].
Μηχανισμοί έλλειψης μαγνησίου σε ηλικιωμένα άτομα [7].
Πρωτοπαθής έλλειψη Mg:
|
Ανεπαρκής διαιτητική πρόσληψη Mg
Μειωμένη απορρόφηση Mg (συχνά παράλληλα με μειωμένα επίπεδα βιταμίνης D)
Αυξημένη απέκκριση Mg στα ούρα (συχνά σχετίζεται με μειωμένη νεφρική λειτουργία και σωληναριακή επαναρρόφηση, που είναι συχνές στην τρίτη ηλικία)
|
Δευτεροπαθής έλλειψη Mg:
|
Συνδέεται με ασθένειες και συννοσηρότητες που σχετίζονται με την ηλικία
Συνδέεται με τη δράση κάποιου φαρμάκου που προκαλεί απώλεια Mg στα ούρα (δηλαδή, διουρητικά, αναστολείς αντλίας πρωτονίων)
|
Το γήρας ως παράγοντας πρόκλησης έλλειψης μαγνησίου
Τα δεδομένα από την Εθνική Εξέταση Υγείας και Διατροφής των ΗΠΑ (NHANES) III επιβεβαίωσαν ότι η γήρανση είναι ένας επιπλέον παράγοντας κινδύνου ανεπαρκούς πρόσληψης Mg και προοδευτικής μείωσης των συγκεντρώσεών του στο σώμα με την πάροδο της ηλικίας [8].
Η εντερική απορρόφηση του Mg τείνει να μειώνεται με την ηλικία και αυτή η μείωση μπορεί να είναι μία από τις πιθανές αιτίες της έλλειψης μαγνησίου που συνοδεύει το γήρας. Ο Charles Coudray και οι συνεργάτες (2006) απέδειξαν σε πειραματόζωα ότι τα επίπεδα μαγνησίου στο πλάσμα και τα ερυθροκύτταρα δεν επηρεάστηκαν με την ηλικία, ενώ η απέκκριση Mg στα ούρα και το επίπεδο Mg των οστών μειώθηκαν [9].
Σχέση του μαγνησίου, της βιταμίνης D και της βιταμίνης Κ2
Το μαγνήσιο και η βιταμίνη D είναι δύο θρεπτικά συστατικά απαραίτητα για τις φυσιολογικές λειτουργίες διαφόρων οργάνων. Το μαγνήσιο βοηθά στην ενεργοποίηση της βιταμίνης D, η οποία βοηθά στη ρύθμιση της ομοιόστασης του ασβεστίου και των φωσφορικών αλάτων και επηρεάζει την ανάπτυξη και τη συντήρηση των οστών.
Όλα τα ένζυμα που μεταβολίζουν τη βιταμίνη D φαίνεται να απαιτούν την παρουσία μαγνησίου, το οποίο δρα ως συμπαράγοντας στις ενζυματικές αντιδράσεις στο ήπαρ και τα νεφρά. Η έλλειψη οποιουδήποτε από αυτά τα θρεπτικά συστατικά αναφέρεται ότι σχετίζεται με διάφορες διαταραχές, όπως σκελετικές παραμορφώσεις, καρδιαγγειακές παθήσεις και μεταβολικό σύνδρομο[20].
Έχει αποδειχτεί με μελέτες in vitro και in vivo, που έχουν προηγηθεί ότι, τα ένζυμα που συνθέτουν και μεταβολίζουν τη βιταμίνη D εξαρτώνται από το μαγνήσιο. Πρόσφατες μελέτες παρατήρησης διαπίστωσαν ότι η πρόσληψη μαγνησίου αλληλεπιδρά σημαντικά με τη βιταμίνη D σε σχέση με την κατάσταση της βιταμίνης D και τον κίνδυνο θνησιμότητας. Σύμφωνα με το NHANES των ΗΠΑ, το 79% των ενηλίκων των ΗΠΑ δεν προσλαμβάνουν την ημερήσια Συνιστώμενη Διατροφική Δόση Μαγνησίου[10].
Η μεταβολή της εντερικής απορρόφησης του Mg στα γηρατειά συχνά επιδεινώνεται από την εξασθένηση της ομοιόστασης της βιταμίνης D, που είναι συχνή στην τρίτη ηλικία. Η νεφρική επαναρρόφηση του Mg είναι μια ενεργή διαδικασία που συμβαίνει στην αγκύλη του Henle του νεφρού και στο εγγύς σπειραματοειδές σωληνάριο. Η μειωμένη λειτουργικότητα των νεφρών, συχνή στους ηλικιωμένους, είναι μια πιθανή επιπλέον αιτία απώλειας Mg[11].
Η λήψη συμπληρωμάτων ασβεστίου από μόνη της δεν συνιστάται για την πρόληψη των καταγμάτων στο γενικό μετεμμηνοπαυσιακό πληθυσμό. Οι ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο κατάγματος με ανεπαρκή διατροφική πρόσληψη και απορρόφηση θα μπορούσαν να ωφεληθούν από τη λήψη συμπληρωμάτων ασβεστίου, αλλά πρέπει να προσαρμόζονται στη λήψη, λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές παρενέργειες και τον βαθμό συμμόρφωσής τους στη θεραπεία. Η συμπληρωματική λήψη βιταμίνης D3 είναι απαραίτητη σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο κατάγματος ή/και έλλειψης ή ανεπάρκειας βιταμίνης D3. Επιλέγεται η φυσική και όχι η συνθετική βιταμίνη D3 που φέρεται σε βιολογικό εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, χωρίς χημικά συντηρητικά ή άλλα έκδοχα [D3 Gkelin drops]. Η δόση του D3 Gkelin drops καθορίζεται βάσει του επιπέδου συγκέντρωσης της 25 υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό.
H βιταμίνη K2 (μενακινόνη) και το μαγνήσιο φαίνεται να εμπλέκονται στον μεταβολισμό των οστών. Τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η συμπληρωματική χορήγηση φυσικής βιταμίνης Κ2 (Kappagkel caps) μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα των οστών και να μειώσει τον κίνδυνο κατάγματος σε οστεοπορωτικούς ασθενείς, ενισχύοντας δυνητικά την αποτελεσματικότητα του ασβεστίου και της βιταμίνης D3. Χορηγείται μια κάψουλα Kappagkel πρωί και βράδυ με το φαγητό[12].
Το μαγνήσιο βοηθά στην ενεργοποίηση της βιταμίνης D3, η οποία βοηθά στη ρύθμιση της ομοιόστασης του ασβεστίου και των φωσφορικών αλάτων και επηρεάζει την ανάπτυξη και τη συντήρηση των οστών. Όλα τα ένζυμα που μεταβολίζουν τη βιταμίνη D3 φαίνεται να απαιτούν μαγνήσιο, το οποίο δρα ως συμπαράγοντας στις ενζυματικές αντιδράσεις στο ήπαρ και τα νεφρά. Η ανεπάρκεια σε οποιοδήποτε από αυτά τα θρεπτικά συστατικά αναφέρεται ότι σχετίζεται με διάφορες διαταραχές, όπως σκελετικές παραμορφώσεις, καρδιαγγειακές παθήσεις και μεταβολικό σύνδρομο[13].
Επειδή κυκλοφορούν διάφορες μορφές μαγνησίου επιλέγεται το συμπλήρωμα Magnigkel που περιέχει σε κάθε κάψουλά του ταυρικό μαγνήσιο (28,5mg) και κιτρικό μαγνήσιο (143mg), χορηγώντας μία κάψουλα πρωί και βράδυ μετά το φαγητό.
Πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση συμπληρώματος διατροφής που φέρει στην ίδια κάψουλα τη βιταμίνη D3, τη βιταμίνη Κ2 και το μαγνήσιο, διότι η μεν δύο βιταμίνες ως λιποδιαλυτές, η απορρόφηση της μιας ανταγωνίζεται την απορρόφηση της άλλης στο λεπτό έντερο και αφετέρου μπορεί να εμποδίσουν την απορρόφηση του μαγνησίου.
Στοματικές εκδηλώσεις της ανεπάρκειας μαγνησίου και βιταμίνης D
Η επαρκής διατροφή είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της καλής στοματικής υγείας. Μέταλλα όπως το μαγνήσιο, το ασβέστιο και ο φώσφορος που βρίσκονται στη διατροφή αποτελούν τα κύρια δομικά συστατικά των δοντιών. Η ανεπάρκειά τους οδηγεί σε εξασθένιση απορρόφησής τους από τα δόντια, αυξημένη αιμορραγική τάση των ούλων, οστική απορρόφηση των φατνίων, χαλάρωση και πρόωρη απώλεια δοντιών. Η ανεπάρκεια αυτών των βασικών μετάλλων σχετίζεται με καθυστερημένη ανατολή των δοντιών και με υποπλασία της αδαμαντίνης ή της οδοντίνης των δοντιών.
Παίρνοντας ασβέστιο χωρίς μαγνήσιο έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μαλακής αδαμαντίνης, η οποία δεν μπορεί να αντισταθεί στα οξέα που προκαλούν τερηδόνα.
Εκτός από το μαγνήσιο, το ασβέστιο και τον φώσφορο, απαιτείται επαρκής βιταμίνη D3 για τη διατήρηση της βέλτιστης στοματικής υγείας. Η βιταμίνη D3 έχει αντιφλεγμονώδη δράση και βοηθά στην απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο και στην αναδόμηση των οστών.
Εξάλλου, η ύπαρξη επαρκών επιπέδων της βιταμίνης D3 στο ανθρώπινο σώμα θα μπορούσε να μειώσει τον σχηματισμό της τερηδόνας, καθυστερώντας την εμφάνιση και την εξέλιξή της[14].
Kύριες αιτίες έλλειψης μαγνησίου και τα αποτελέσματά τους
Οι ολικές συγκεντρώσεις μαγνησίου στο πλάσμα είναι αξιοσημείωτα σταθερές σε υγιή άτομα καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ το ολικό Mg και Mg του σώματος στο ενδοκυτταρικό διαμέρισμα τείνουν να μειώνονται με την ηλικία. Οι διατροφικές ανεπάρκειες Mg είναι συχνές στον ηλικιωμένο πληθυσμό.
Άλλες συχνές αιτίες ελλειμμάτων Mg στους ηλικιωμένους περιλαμβάνουν μειωμένη εντερική απορρόφηση Mg, μειωμένα αποθέματα οστού Mg και υπερβολική απώλεια ούρων. Το δευτερογενές έλλειμμα Mg κατά τη γήρανση μπορεί να οφείλεται σε διαφορετικές καταστάσεις και ασθένειες που συχνά παρατηρούνται σε ηλικιωμένους (π.χ. αντίσταση στην ινσουλίνη ή/και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2) και φάρμακα (π.χ. χρήση υπερμαγνησουρικών διουρητικών)[15].
Η χρόνια έλλειψη μαγνησίου έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο πρόκλησης πολυάριθμων προκλινικών και κλινικών εκβάσεων, που παρατηρούνται κυρίως στον ηλικιωμένο πληθυσμό, στις οποίες περιλαμβάνονται η υπέρταση, εγκεφαλικό επεισόδιο, αθηρωματοσκλήρυνση, ισχαιμική καρδιοπάθεια, καρδιακές αρρυθμίες, δυσανεξία στη γλυκόζη, αντίσταση στην ινσουλίνη, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, αγγειακή αναμόρφωση, μεταβολές στο μεταβολισμό των λιπιδίων, συσσώρευση αιμοπεταλίων/θρόμβωση, φλεγμονή, οξειδωτικό στρες, χρόνιο λίπος, καρδιοπάθεια, , καθώς και κατάθλιψη και άλλες νευροψυχιατρικές διαταραχές.
Τόσο η γήρανση όσο και η έλλειψη Mg έχουν σχετιστεί με την υπερβολική παραγωγή ελεύθερων ριζών που προέρχονται από οξυγόνο και τη φλεγμονή χαμηλού βαθμού. Η χρόνια φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες είναι επίσης παρόντα σε αρκετές ασθένειες που σχετίζονται με την ηλικία, όπως πολλές αγγειακές και μεταβολικές παθήσεις, καθώς και αδυναμία, σαρκοπενία και αλλοιωμένες ανοσολογικές αποκρίσεις[15].
Βιοχημικές διαταραχές που συνυπάρχουν με την έλλειψη μαγνησίου
Το μαγνήσιο έχει άμεση επίδραση στην ισορροπία άλλων ηλεκτρολυτών, συμπεριλαμβανομένου του νατρίου, του ασβεστίου και του καλίου . Η υπομαγνησιαιμία συμβαίνει συχνά παράλληλα με την υπασβεστιαιμία (χαμηλά επίπεδα ασβεστίου στο αίμα) και την υποκαλιαιμία (χαμηλά επίπεδα καλίου στο αίμα)[16].
Ένα άτομο με πολύ χαμηλά επίπεδα μαγνησίου μπορεί επίσης να έχει έλλειψη ασβεστίου ή καλίου. Το χαμηλό ασβέστιο είναι γνωστό ως υπασβεστιαιμία, ενώ η έλλειψη καλίου ονομάζεται υποκαλιαιμία. Το μαγνήσιο βοηθά στη μεταφορά ιόντων ασβεστίου και καλίου μέσα και έξω από τα κύτταρα.
Οι χαμηλές συγκεντρώσεις καλίου και μαγνησίου όχι μόνο προκαλούν καρδιακές αρρυθμίες , αλλά επίσης παρεμποδίζουν την αποτελεσματικότητα ή ενισχύουν την τοξικότητα των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία ασθενών με καρδιακή νόσο[16].
Η υπασβεστιαιμία είναι επίσης συχνή εκδήλωση στην υπομαγνησιαιμία. Η συμπτωματική υπασβεστιαιμία παρατηρείται πιο συχνά σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή έλλειψη μαγνησίου. Η υπασβεστιαιμία με έλλειψη μαγνησίου δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ή να διορθωθεί με ασβέστιο, βιταμίνη D ή και τα δύο. Η θεραπεία με μαγνήσιο από μόνη της θα επιλύσει την υπασβεστιαιμία[16].
Η έλλειψη μαγνησίου συνδέεται συχνά με υποκαλιαιμία. Η ταυτόχρονη έλλειψη μαγνησίου επιδεινώνει την υποκαλιαιμία και την καθιστά ανθεκτική στη θεραπεία με κάλιο. Σύμφωνα με τη υπάρχουσα βιβλιογραφία η έλλειψη μαγνησίου επιδεινώνει την απώλεια καλίου, αυξάνοντας τη έκκρισή του στα άπω εσπειραμένα σωληνάρια του νεφρού.
Μια μείωση του ενδοκυτταρικού μαγνησίου, που προκαλείται από έλλειψη μαγνησίου, απελευθερώνει την αναστολή των διαύλων ROMK (renal potassium secretory channel) που προκαλείται από το μαγνήσιο και αυξάνει την έκκριση καλίου. Η έλλειψη μαγνησίου από μόνη της, ωστόσο, δεν προκαλεί απαραίτητα υποκαλιαιμία. Μπορεί να απαιτείται αύξηση της απομακρυσμένης παροχής νατρίου ή αυξημένα επίπεδα αλδοστερόνης για την επιδείνωση της απώλειας καλίου λόγω έλλειψης μαγνησίου[17, 18].
Διάφορα φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων των διουρητικών και των αναστολέων της αντλίας πρωτονίων, μπορεί να προκαλέσουν απώλεια μαγνησίου και υπομαγνησιαιμία. Το μαγνήσιο και τα φάρμακα χρησιμοποιούν τις ίδιες οδούς μεταφοράς και μεταβολισμού στο σώμα για την εντερική απορρόφηση, το μεταβολισμό και την αποβολή τους.
Αυτό σημαίνει ότι όταν λαμβάνεται ένα ή περισσότερα φάρμακα, υπάρχει πάντα ένας πιθανός κίνδυνος αλληλεπίδρασης με την κατάσταση του μαγνησίου. Κατά συνέπεια, η δράση ενός φαρμάκου μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά από το μαγνήσιο (π.χ. το μαγνήσιο, το ασβέστιο και ο ψευδάργυρος μπορεί να επηρεάσουν τη γαστρεντερική απορρόφηση των αντιβιοτικών τετρακυκλίνης) και ταυτόχρονα η φυσιολογική λειτουργία μετάλλων, όπως το μαγνήσιο μπορεί να επηρεαστεί από ένα φάρμακο (π. τα διουρητικά προκαλούν νεφρική απώλεια μαγνησίου)[19].
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.M Barbagallo, L J Dominguez. Μagnesium and aging. Curr Pharm Des. 2010;16(7):832-9.
2.X Y Yang, J M Hosseini, M E Ruddel, R J Elin Blood magnesium parameters do not differ with age. J Am Coll Nutr. 1990 Aug;9(4):308-13.
3.R J Elin, J M Hosseini. Magnesium content of mononuclear blood cells. Clin Chem. 1985 Mar;31(3):377-80.
4.Mario Barbagallo, Nicola Veronese,
Ligia J Dominguez 1 Magnesium in Aging, Health and Diseases. Nutrients. 2021 Jan 30;13(2):463.
5.Edita Stokic, Andrea Romani, Branislava Ilincic, Aleksandar Kupusinac, Zoran Stosic , Esma R Isenovic, Chronic Latent Magnesium Deficiency in Obesity Decreases Positive Effects of Vitamin D on Cardiometabolic Risk Indicators. Curr Vasc Pharmacol. 2018;16(6):610-617.
6.M P Vaquero. Magnesium and trace elements in the elderly: intake, status and recommendations. J Nutr Health Aging. 2002;6(2):147-53.
7.Mario Barbagallo, Nicola Veronese, Ligia J Dominguez. Magnesium in Aging, Health and Diseases. Nutrients. 2021 Jan 30;13(2):463.
8.Ford E.S., Mokdad A.H. Dietary magnesium intake in a national sample of US adults. J. Nutr. 2003;133:2879–2882
9.Charles Coudray 1, Christine Feillet-Coudray, Mathieu Rambeau, Jean Claude Tressol, Elyett Gueux, Andrzej Mazur, Yves Rayssiguier. The effect of aging on intestinal absorption and status of calcium, magnesium, zinc, and copper in rats: a stable isotope study. J Trace Elem Med Biol. 2006;20(2):73-81.
10.Qi Dai 1, Xiangzhu Zhu 1, JoAnn E Manson 2 3, Yiqing Song 4, Xingnan Li 5, Adrian A Franke 5, Rebecca B Costello 6, Andrea Rosanoff 6, Hui Nian 7, Lei Fan 8, Harvey Murff 1, Reid M Ness 9, Douglas L Seidner 9, Chang Yu 7, Martha J Shrubsole 1 Magnesium status and supplementation influence vitamin D status and metabolism: results from a randomized trial. Am J Clin Nutr. 2018 Dec 1;108(6):1249-1258.
11.Joshua N Curry, Alan S L Yu. Magnesium Handling in the Kidney. Adv Chronic Kidney Dis. 2018 May;25(3):236-243.
12.Anna Capozzi, Giovanni Scambia, Stefano Lello. Calcium, vitamin D, vitamin K2, and magnesium supplementation and skeletal health. Maturitas. 2020 Oct;140:55-63.
13.Uwitonze AM, Razzaque MS. Role of Magnesium in Vitamin D Activation and Function. J Am Osteopath Assoc. 2018 Mar 1;118(3):181-189.
14.Uwitonze AM, Rahman S, Ojeh N, Grant WB, Kaur H, Haq A, Razzaque MS.Oral manifestations of magnesium and vitamin D inadequacy. J Steroid Biochem Mol Biol. 2020 Jun;200:105636.
15.Mario Barbagallo 1, Mario Belvedere, Ligia J Dominguez. Magnesium homeostasis and aging. Magnes Res. 2009 Dec;22(4):235-46.
16.D M Roden, D H Iansmith Effects of low potassium or magnesium concentrations on isolated cardiac tissue. Am J Med. 1987 Mar 20;82(3A):18-23.
17.Faheemuddin Ahmedand Abdul Mohammed. Magnesium: The Forgotten Electrolyte—A Review on Hypomagnesemia.Med Sci (Basel). 2019 Apr; 7(4): 56.4.
18.Chou-Long Huang 1, Elizabeth Kuo Mechanism of hypokalemia in magnesium deficiency. J Am Soc Nephrol. 2007 Oct;18(10):2649-52.
19.Uwe Gröber 1 Magnesium and Drugs. Int J Mol Sci. 2019 Apr 28;20(9):2094.
20.Uwitonze AM, Razzaque MS.Role of Magnesium in Vitamin D Activation and Function. J Am Osteopath Assoc. 2018 Mar 1;118(3):181-189.