Συγγραφείς: Δρ.Δημήτριος Ν. Γκέλης (MD, ORL, DDS, PhD), Αικατερίνη Γκέλη (MD, Radiologist), Δρ Κωνσταντίνος Τριανταφύλλου (MD, Cardiosurgeon),
Το μαγνήσιο είναι το αφθονότερο ενδοκυτταρικό δισθενές κατιόν ιχνοστοιχείο, τα οποίο είναι, απαραίτητο για τη διατήρηση της ομαλής
κυτταρικής φυσιολογίας και μεταβολισμού του ανθρώπινου οργανισμού.
|
Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιατρικός Ερευνητής, Συγγραφέας Κόρινθος 20131, Τηλ. 2741026658, 6944280764 www.gelis.gr www.pharmagel.gr pharmage@otenet.gr |
|
Aικατερίνη Γκέλη, Ιατρός, Ακτινοδιαγνώστρια Παπαληγούρα 16, Άσσος Κορινθίας, τηλ 6944644820 kgkeli@hotmail.com |
|
Δρ Τριανταφύλλου Κωνσταντίνος τ.Καρδιοχειρουργός, Συντονιστής-Διευθυντής του Καρδιοχειρουργικού τμήματος του Ιπποκρατείου Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών |
Το μαγνήσιο ενεργεί ως συμπαράγοντας για το ATP, το DNA και το RNA και για περισσότερα από 600 κυτταρικά ένζυμα. Επίσης ρυθμίζει τους κυτταρικούς διαύλους των ιόντων και την παραγωγή ενέργειας. Το μαγνήσιο, καθώς είναι παρόμοιο με το ασβέστιο (Ca2+), μπορεί επίσης να λειτουργήσει ως μόριο κυτταρικής σηματοδότησης και να παίξει πολλαπλούς σημαντικούς ρόλους στο νευρικό σύστημα, στους μυς, στο ανοσοποιητικό και καρδιοκυκλοφορικό σύστημα[1].
Το μαγνήσιο παίζει βασικό ρόλο στη λειτουργία της καρδιάς, συμμετέχει στη ρύθμιση της νευρωνικής διέγερσης, της ενδοκαρδιακής αγωγιμότητας και της συστολής του μυοκαρδίου και ρυθμίζει έναν αριθμό μεταφορέων ιόντων, συμπεριλαμβανομένων των διαύλων καλίου και ασβεστίου.
Η σχέση του μαγνησίου με το μεταβολισμό της καρδιάς
Το μαγνήσιο (Mg) είναι ένα σημαντικό ενδοκυτταρικό ιόν με καρδιακό μεταβολισμό και ηλεκτροφυσιολογικές ιδιότητες. Ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών με αρρυθμίες έχουν ενδοκυτταρική έλλειψη Mg, η οποία δεν ευθυγραμμίζεται με τις συγκεντρώσεις Mg στον ορό, και αυτό μπορεί να εξηγήσει τη λογική για τα οφέλη του Mg ως κολπικού αντιαρρυθμικού παράγοντα.
Ένας τρέχων περιορισμός της αντιαρρυθμικής θεραπείας είναι ότι η πιθανότητα καρδιακού κινδύνου αντισταθμίζει ορισμένα από τα οφέλη της θεραπείας. Το Mg ενισχύει την ισορροπία οφέλους προς βλάβες ενισχύοντας την κολπική αντιαρρυθμική αποτελεσματικότητα και μειώνοντας το δυναμικό αντιαρρυθμικής προαρρυθμίας, καθώς και παρέχοντας άμεση αντιαρρυθμική αποτελεσματικότητα όταν χρησιμοποιείται ως μονοθεραπεία σε ασθενείς που υποβάλλονται σε καρδιοθωρακική χειρουργική επέμβαση[2].
Η σχέση του μαγνησίου με την εκδήλωση κολπικών ταχυαρρυθμιών
Οι κολπικές ταχυαρρυθμίες, συμπεριλαμβανομένης της κολπικής μαρμαρυγής και του πτερυγισμού, εμφανίζονται συχνά. Το μαγνήσιο έχει μελετηθεί στην πρώιμη μετατροπή και πρόληψη των κολπικών ταχυαρρυθμιών, καθώς και στην πρόληψη των κολπικών ταχυαρρυθμιών μετά από χειρουργική επέμβαση παράκαμψης στεφανιαίας αρτηρίας.
Η πρώιμη μετατροπή των κολπικών ταχυαρρυθμιών και ο έλεγχος του καρδιακού ρυθμού μπορεί να είναι μεγαλύτερος μετά από χορήγηση μαγνησίου παρά με τη λήψη των συνηθισμένων αντιαρρυθμικών παραγόντων. Το μαγνήσιο φαίνεται να είναι λιγότερο χρήσιμο για την πρόληψη επαναλαμβανόμενων κολπικών ταχυαρρυθμιών.
Ωστόσο, οι αποκλίσεις στις μεθοδολογίες της μελέτης καθιστούν δύσκολη την ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Η χρήση μαγνησίου για την πρόληψη μετεγχειρητικών κολπικών αρρυθμιών έχει δώσει αντικρουόμενα αποτελέσματα, πιθανώς λόγω διαφορών στο σχεδιασμό της μελέτης. Από τα περιορισμένα διαθέσιμα δεδομένα, το μαγνήσιο φαίνεται να έχει κάποιες εγγενείς αντιαρρυθμικές ιδιότητες[16].
Η κολπική μαρμαρυγή με ταχεία κοιλιακή απόκριση (Afib/RVR) είναι συχνός λόγος για επισκέψεις στο τμήμα επειγόντων περιστατικών (ED) και μπορεί να αντιμετωπιστεί με μια ποικιλία φαρμακολογικών παραγόντων. Το θειικό μαγνήσιο έχει χρησιμοποιηθεί για την πρόληψη και τη θεραπεία μετεγχειρητικών Afib/RVR.[5]
Eικόνα 1. Η κολπική μαρμαρυγή επίσης έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με έλλειψη Mg, καθώς και με αθηρωματοσκλήρυνση, η οποία πιστεύεται ότι προκαλείται από την αύξηση της σηματοδότησης του NFκB, τη δημιουργία φλεγμονής χαμηλού βαθμού και την αυξημένη χοληστερόλη στο αίμα. Η έλλειψη του μαγνησίου έχει επίσης συνδεθεί με αύξηση του κινδύνου θρομβώσεων[6].
Η μετεγχειρητική έγχυση μαγνησίου επί 3 ημέρες είναι αποτελεσματική στη μείωση της συχνότητας της κολπικής μαρμαρυγής που εμφανίζεται μετά από χειρουργική επέμβαση παράκαμψης στεφανιαίας αρτηρίας. Ωστόσο, σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας ή σε ασθενείς με μειωμένη λειτουργία της αριστερής κοιλίας, η θεραπεία με μαγνήσιο από μόνη της είναι ανεπαρκής για την προφύλαξη της μετεγχειρητικής κολπικής μαρμαρυγής[3].
Η συγκέντρωση Mg 2+ στον ορό σχετίζεται αντιστρόφως με τον κίνδυνο εμφάνισης κολπικής μαρμαρυγής και καρδιακής ανεπάρκειας και με την εμφάνιση αγγειοεγγεφαλικού επεισοδίου, διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας και επιπλοκών του ποδιού από διαβήτη τύπου 2[4].
Μεταξύ των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή, αυτοί που έχουν υψηλότερο Mg του ορού έχουν μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης περιστατικού εμφράγματος του μυοκαρδίου και μικρότερη πιθανότητα να εκδηλώσουν άλλα τελικά σημεία από το καρδιαγγειακό σύστημα[7].
Ο ρόλος του μαγνησίου στη δημιουργία αθηρωματογένεσης
Το μαγνήσιο παίζει επίσης ρόλο στη ρύθμιση του αγγειακού τόνου, της αθηρωματογένεσης και πρόκλησης θρόμβωσης, της αγγειακής ασβεστοποίησης ή ενασβεστίωσης και του πολλαπλασιασμού και μετανάστευσης των ενδοθηλιακών και αγγειακών λείων μυϊκών κυττάρων. Το μαγνήσιο βοηθά στην προστασία των ελαστικών λείων μυϊκών ινών των αγγείων από την εναπόθεση ασβεστίου και διατηρεί την ελαστικότητα τους[8]. Ως εκ τούτου, το μαγνήσιο έχει δυνητικά σημαντική επίδραση στην παθογένεση των καρδιαγγειακών παθήσεων.
Καθώς ο νεφρός είναι ο κύριος ρυθμιστής της ομοιόστασης του μαγνησίου, οι διαταραχές των νεφρών μπορεί δυνητικά να οδηγήσουν, τόσο σε μείωση του μαγνησίου, όσο και στην υπερβολική αύξηση των συγκεντρώσεών του και ως εκ τούτου να αυξηθεί ο κίνδυνος πρόκλησης καρδιαγγειακών παθήσεων.
Τα δεδομένα παρατήρησης έχουν δείξει συσχέτιση μεταξύ χαμηλών συγκεντρώσεων μαγνησίου στον ορό ή ανεπαρκούς πρόσληψης μαγνησίου και της αυξημένης συχνότητας πρόκλησης αθηρωματοσκλήρυνσης, στεφανιαίας νόσου, αρρυθμιών και καρδιακής ανεπάρκειας[9].
Η υπομαγνησιαιμία και η χαμηλή διατροφική πρόσληψη μαγνησίου αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης στεφανιαίας νόσου [10].
Σχέση του μαγνησίου με την υπέρταση
Η υπέρταση είναι μια πολύπλοκη πολυπαραγοντική ασθένεια, που είναι μια από τις πιο διαδεδομένες διαταραχές στον σύγχρονο κόσμο μας. Οφείλεται σε συνδυασμό διαφόρων παραγόντων και μηχανισμών, που μπορεί να οδηγήσουν στην πρόκληση καρδιαγγειακών επιπλοκών, όπως η στεφανιαία νόσος και η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια σε άτομα υψηλού κινδύνου και εγκεφαλαγγειακές επιπλοκές. Οι επιπλοκές της υπέρτασης αντιπροσωπεύουν σήμερα τις συχνότερες αιτίες θνησιμότητας, νοσηρότητας, αναπηρίας και δαπανών υγείας παγκοσμίως[24].
Η αθόρυβη φύση της υπέρτασης συμβάλλει επίσης στον τεράστιο αριθμό των περιπτώσεων της. Σήμερα, παρά το γεγονός ότι υπάρχει διαθέσιμος ένας αυξημένος αριθμός αντιυπερτασικών φαρμάκων, εν τούτοις η συμμόρφωση των ασθενών στη χρήση τους γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη[25].
Τις τελευταίες δεκαετίες, υπήρξε ένας εξαιρετικός αριθμός πειραματικών, επιδημιολογικών και κλινικών μελετών που επιβεβαιώνουν μια στενή σχέση μεταξύ της έλλειψης μαγνησίου και της υψηλής αρτηριακής πίεσης.
Το προστατευτικό αποτέλεσμα του μαγνησίου έναντι της υπέρτασης και των επιπλοκών της έχει αποδειχτεί με την ανακάλυψη των μηχανισμών δράσης του μαγνησίου.
Η υπέρταση αυξάνεται απότομα με την πάροδο της ηλικίας, επομένως οι ηλικιωμένοι είναι εκείνοι που επηρεάζονται περισσότερο από τις αρνητικές συνέπειές της. Τα ηλικιωμένα άτομα διατρέχουν επίσης συχνότερα κίνδυνο έλλειψης μαγνησίου μέσω πολλαπλών μηχανισμών, οι οποίοι μπορεί, τουλάχιστον εν μέρει, εξηγούν την υψηλότερη συχνότητα της υπέρτασης και τις μακροχρόνιες επιπλοκές της[24].
Τα στοιχεία για την ευνοϊκή επίδραση του μαγνησίου στον κίνδυνο εκδήλωσης υπέρτασης υπογραμμίζουν τη σημασία της γενικής ενθάρρυνσης της πρόσληψης τροφών, όπως τα λαχανικά, οι ξηροί καρποί, τα δημητριακά ολικής αλέσεως και τα όσπρια, που είναι οι βέλτιστες διατροφικές πηγές μαγνησίου και η αποφυγή επεξεργασμένων τροφίμων, τα οποία είναι πολύ φτωχά σε μαγνήσιο και άλλα θεμελιώδη θρεπτικά συστατικά, για την πρόληψη της υπέρτασης.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν η διατροφική πρόσληψη μαγνησίου δεν είναι αρκετή για τη διατήρηση μιας επαρκούς κατάστασης μαγνησίου στον ανθρώπινο οργανισμό, η λήψη συμπληρωμάτων μαγνησίου μπορεί να είναι ευεργετική και έχει αποδειχθεί ότι είναι καλά ανεκτή[24].
Η υπομαγνησιαιμία έχει συσχετιστεί με υπέρταση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια[6]. [Εικόνα 2]
Εικόνα 2. Η υπομαγνησιαιμία έχει σχετιστεί με την αύξηση της έκκρισης κατεχολαμινών, την κατακράτηση νατρίου και την αύξηση των συγκεντρώσεων της χοληστερόλης[6].
Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να συγχέεται με τη χρήση διουρητικών φαρμάκων που χορηγούνται για τη θεραπεία της καρδιακής ανεπάρκειας, τα οποία μειώνουν τα επίπεδα μαγνησίου στον ορό σε άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια[6]. Η λήψη συμπληρωμάτων μαγνησίου από το στόμα μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση. Η μείωση αυτή μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από τη μείωση του ενδοκυτταρικού νατρίου και την αύξηση του ενδοκυτταρικού μαγνησίου[11].
Η πρόσληψη μαγνησίου από 500 mg/ημέρα έως 1000 mg/ημέρα μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση έως και 5,6/2,8 mm Hg. Ωστόσο, οι κλινικές μελέτες έχουν ένα ευρύ φάσμα μείωσης της αρτηριακής πίεσης, με ορισμένες να μην δείχνουν καμία αυξομείωσή της.
Ο συνδυασμός αυξημένης πρόσληψης μαγνησίου και καλίου σε συνδυασμό με τη μειωμένη πρόσληψη νατρίου είναι πιο αποτελεσματικός στη μείωση της αρτηριακής πίεσης από ό,τι η απλή πρόσληψη μετάλλων και συχνά είναι τόσο αποτελεσματικός, όσο ένα αντιυπερτασικό φάρμακο στη θεραπεία της υπέρτασης[12].
Η μείωση του ενδοκυττάριου νατρίου και ασβεστίου ενώ αυξάνει το ενδοκυτταρικό μαγνήσιο και κάλιο βελτιώνει την απόκριση της αρτηριακής πίεσης. Το μαγνήσιο αυξάνει επίσης την αποτελεσματικότητα όλων των κατηγοριών αντιυπερτασικών φαρμάκων[12]. Μένει να αποδειχθεί οριστικά ότι οι καρδιαγγειακές παθήσεις όπως η στεφανιαία νόσος, το ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο και οι καρδιακές αρρυθμίες μπορούν να προληφθούν ή να αντιμετωπιστούν με την πρόσληψη μαγνησίου[12].
Προκαταρκτικά στοιχεία δείχνουν ότι η ευαισθησία στην ινσουλίνη, η υπεργλυκαιμία, ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπερτροφία της αριστερής κοιλίας και η δυσλιπιδαιμία μπορεί να βελτιωθούν με αυξημένη πρόσληψη μαγνησίου. Διάφορα γενετικά ελαττώματα στη μεταφορά μαγνησίου σχετίζονται με υπέρταση και πιθανώς με καρδιαγγειακή νόσο. Το μαγνήσιο από το στόμα δρα ως φυσικός αναστολέας διαύλων ασβεστίου, αυξάνει το μονοξείδιο του αζώτου, βελτιώνει τη δυσλειτουργία του ενδοθηλίου και προκαλεί άμεση και έμμεση αγγειοδιαστολή[12].
Σχέση του μαγνησίου και του κινδύνου πρόκλησης καρδιαγγειακής νόσου
Tην περασμένη δεκαετία σε έναν αυξημένο αριθμό μελετών αναφέρεται η στενή σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης του μαγνησίου και του κινδύνου πρόκλησης καρδιοαγγειακής νόσου στον γενικό πληθυσμό. Έχει βρεθεί σε νεφροπαθείς τελευταίου σταδίου μια σχέση μεταξύ των επιπέδων συγκέντρωσης του μαγνησίου στον ορό και της επιβίωσης αυτών των ασθενών[13].
Η υπομαγνησιαιμία είχε εντοπιστεί ως ένας ισχυρός προβλεπτικός παράγοντας καρδιοκυκλοφορικής νόσου αυτών των ασθενών. Ένας ουσιαστικός αριθμός μελετών in vitro και in vivo έχει εντοπίσει έναν προστατευτικό ρόλο του μαγνησίου στην ενασβεστίωση των αγγείων[14]. Παρά τούτο παραμένουν αδιευκρίνιστοι οι ακριβείς μηχανισμοί και η συμβολή τους στην καρδιοκυκλοφορική προστασία.
Ο προστατευτικός ρόλος του μαγνησίου στην ενασβεστίωση των αγγείων
Η αρτηριακή αγγειακή ενασβεστίωση αντιπροσωπεύει το σχηματισμό εναποθέσεων φωσφορικού ασβεστίου στο εσωτερικό των αρτηριών, οι οποίες θα μπορούσαν να περιορίσουν τη ροή του αίματος, οδηγώντας σε προβλήματα υγείας της καρδιάς, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης νοσηρότητας και της θνησιμότητας.
Η αρτηριακή αγγειακή ενασβεστίωση είναι μια πολύπλοκη και αυστηρά ρυθμιζόμενη διαδικασία που περιλαμβάνει τον μετασχηματισμό των αγγειακών λείων μυϊκών κυττάρων (VSMCs) σε κύτταρα που μοιάζουν με οστά και επακόλουθη εναπόθεση ασβεστίου ως υδροξυαπατίτη.
Υπάρχουν, προς το παρόν δύο κυριαρχούσες υποθέσεις που αιτιολογούν το μηχανισμό της ενασβεστίωσης των αρτηριών και τη συμμετοχή του μαγνησίου, που σχηματικά περιγράφονται στην παρατιθέμενες. Εικόνες 3 και 4[15]:
Πρώτη: Το μαγνήσιο μπορεί να συνδεθεί με το φωσφορικό και να καθυστερήσει η ασβεστιο-φωσφορική ανάπτυξη κρυστάλλων στην κυκλοφορία. Έτσι με αυτόν τον τρόπο παρεμβαίνει παθητικά στην εναπόθεση του ασβεστιο-φωσφορικού στο αγγειακό τοίχωμα.
Εικ. 3. Παθητική παρεμβαση: Δέσμευση φωσφορικών και αναστολή κρυστάλλων από Mg 2+ . Το αυξημένο Mg 2+ του αίματος παρεμβαίνει τόσο στην ωρίμανση του άμορφου φωσφορικού ασβεστίου (ACP), όσο και στην ωρίμανση των πρωτογενών σωματιδίων ασβεστοπρωτεΐνης (pCPP) σε κρυστάλλους υδροξυαπατίτη (HA) και στα δευτερογενή σωματίδια ασβeστιοπρωτεΐνης (sCPP). Το Mg 2+ προάγει το σχηματισμό του πιο διαλυτού και μικρότερου κρυστάλλου φωσφορικού οκταπεπτιδίου (whitlockite). Στο έντερο, τα συνδετικά ανόργανων φωσφορικών (Pi) με βάση το Mg 2+ προάγουν την απέκκριση Pi στα κόπρανα, μειώνοντας την πρόσληψη Pi μέσω του συμμεταφορέα φωσφορικού νατρίου IIb (NaPi-2b) στα εντεροκύτταρα. Η ΧΝΝ υποδηλώνει χρόνια νεφρική νόσο. pCPP, πρωτογενές CPP.
Δεύτερη: Το μαγνήσιο μπορεί να ρυθμίζει την δια-διαφοροποίηση των κυττάρων των αγγειακών λείων μυικών ινών προς έναν οστεογονικό φαινότυπο μέσω ενεργής κυτταρικής τροποποίησης των παραγόντων που σχετίζονται με την ενασβεστίωση [Εικόνα 4][15].
Eικόνα 4. Το μαγνήσιο αναστέλλει τον σχηματισμό υδροξυαπατίτη στον εξωκυττάριο χώρο. αποτρέποντας έτσι την ασβεστοποίηση των αγγειακών λείων μυικών ινών.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της βιβλιογραφίας υποστηρίζονται αυτές τις δύο κύριες υποθέσεις του ρόλου της παθητικής ανόργανης φωσφορικής ρύθμισης περιορισμού του σχηματισμού υδροξυαπατίτη και του μεσολαβητικού ρόλου ενεργών κυττάρων, που άμεσα στοχεύουν την δια-διαφοροποίηση των κυττάρων των αγγειακών λείων μυικών ινών.
Ωστόσο, τα τρέχοντα στοιχεία βασίζονται σε βασικά πειραματικά σχέδια που συχνά είναι ανεπαρκή για να οριοθετήσουν τους υποκείμενους μηχανισμούς. Το πεδίο απαιτεί πιο προηγμένο πειραματικό σχεδιασμό, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού των ενδοκυτταρικών συγκεντρώσεων μαγνησίου και της αναγνώρισης των μοριακών παικτών που ρυθμίζουν τις συγκεντρώσεις μαγνησίου στα αγγειακά λεία μυϊκά κύτταρα. στοχεύοντας άμεσα τη διαδιαφοροποίηση των λείων μυών των αγγείων[15].
Καρδιαγγειακές ανεπιθύμητες ενέργειες οφειλόμενες στην αθηρωματοσκλήρυνση και την έλλειψη μαγνησίου
Oι κύριες καρδιαγγειακές ανεπιθύμητες ενέργειες με ταυτόχρονη αθηρωματοσκλήρυνση και κολπική μαρμαρυγή έχουν αξιολογηθεί σε πρόσφατες μελέτες. Μια πρόσφατη αναδρομική μελέτη 2670 ασθενών με κολπική μαρμαρυγή αποκάλυψε ότι η επιβάρυνση της αθηρωματοσκλήρυνσης με κολπική μαρμαρυγή μπορεί να είναι δείκτης δυσμενών αγγειακών εκβάσεων με την εξωκρανιακή αθηρωματοσκλήρυνση ως ισχυρό προγνωστικό παράγοντα κύριων καρδιαγγειακών ανεπιθύμητων ενεργειών (MACE)[18].
Η κολπική μαρμαρυγή επίσης έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με έλλειψη Mg, καθώς και με αθηρωματοσκλήρυνση, η οποία πιστεύεται ότι προκαλείται από την αύξηση της σηματοδότησης του NFκB, τη δημιουργία φλεγμονής χαμηλού βαθμού και την αυξημένη χοληστερόλη στο αίμα. Η έλλειψη του μαγνησίου έχει επίσης συνδεθεί με αύξηση του κινδύνου θρομβώσεων[6]. [Εικόνα 5]
Εικόνα 5. Η αθηρωματοσκλήρυνση και η δημιουργία αθηρωματικής πλάκας, πιστεύεται ότι προκαλείται από τη μείωση του ενδοκυττάριου μαγνησίου, την αύξηση της σηματοδότησης του NFκB, τη δημιουργία φλεγμονής ήπιου βαθμού και την αυξημένη χοληστερόλη στο αίμα. Μεταξύ των κινδύνων που υποκρύπτουν τα παραπάνω περιλαμβάνεται και η κολπική μαρμαρυγή, η οποία επίσης έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με έλλειψη Mg[6].
Σχέση του μαγνησίου και της ήπιας αγγειακής φλεγμονής, της αυξημένης συσσώρευσης αιμοπεταλίων και του οξειδωτικού στρες στο αγγειακό ενδοθήλιο [Εικόνα 6].
Τα ενδοθηλιακά κύτταρα είναι σημαντικοί παράγοντες στις καρδιαγγειακές παθήσεις. Η έλλειψη μαγνησίου προάγει την αθηρωματοσκλήρυνση, τη θρόμβωση και την υπέρταση. Οι χαμηλές συγκεντρώσεις μαγνησίου μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την ενδοθηλιακή συμπεριφορά.
Έχει βρεθεί ότι οι χαμηλές συγκεντρώσεις μαγνησίου αναστέλλουν αναστρέψιμα τον ενδοθηλιακό πολλαπλασιασμό και αυτό το συμβάν συσχετίζεται με μια αξιοσημείωτη προς τα κάτω ρύθμιση των επιπέδων του γονιδίου CDC25B.
Τα χαμηλά επίπεδα του μαγνησίου προάγουν την ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, δημιουργώντας ένα προφλεγμονώδες, προθρομβωτικό και προ-αθηρογόνο περιβάλλον που θα μπορούσε να παίξει ρόλο στην παθογένεση της καρδιαγγειακής νόσου[19].
Εικόνα 6. Η υπομαγνησιαιμία μπορεί να οδηγήσει σε προθρομβωτικές και προαθηρωματογόνες καταστάσεις, μέσω της συσσώρευσης αιμοπεταλίων, δημιουργίας ηπίου βαθμού φλεγμονής και πρόκλησης οξειδωτικού στρες [από τη συσσώρευση ελευθέρων ριζών (ROS)].
Το Mg 2+ παίζει ρόλο στη λειτουργία των αιμοπεταλίων και του ενδοθηλίου του τοιχώματος των αγγείων, συμπεριλαμβανομένης της ρύθμισης της έκφρασης των πρωτεϊνών σηματοδότησης. Η υπομαγνησιαιμία θα μπορούσε επομένως να οδηγήσει σε προθρομβωτικές και προαθηρωματογόνες καταστάσεις [20].
Διάφοροι μηχανισμοί μπορούν να οδηγήσουν σε μια προθρομβωτική κατάσταση, όταν υπάρχει έλλειψη μαγνησίου. Σ΄αυτούς τους μηχανισμούς περιλαμβάνεται η ήπια αγγειακή φλεγμονή, η αυξημένη συσσώρευση αιμοπεταλίων και το οξειδωτικό στρες στο αγγειακό ενδοθήλιο [21]. Η υπερπηκτική κατάσταση που ακολουθεί τα παραπάνω (γνωστή και ως προθρομβωτική κατάσταση ή θρομβοφιλία) είναι η τάση για φλεβική θρόμβωση λόγω της δημιουργίας μιας ανωμαλίας στο σύστημα πήξης του αίματος.
Αν και με συμπληρωματικές έρευνες εξετάστηκε η συσχέτιση του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου με την υπομαγνησιαιμία, απαιτούνται περισσότερες μελέτες για την αξιολόγηση μιας πιθανής αντίστροφης σχέσης μεταξύ του κινδύνου θρόμβωσης και της πρόσληψης μαγνησίου. Λόγω του ρόλου που παίζει το μαγνήσιο στην πήξη του αίματος, δικαιολογούνται μελέτες για τη διερεύνηση πιθανής συσχέτισης μεταξύ του θρομβωτικού κινδύνου, των επιπέδων μαγνησίου στον ορό και/ή της πρόσληψης μαγνησίου.
Ο Ákos Géza Pethő και οι συνεργάτες (2023) αναζήτησαν άρθρα με προκαθορισμένα κριτήρια συμπερίληψης και αποκλεισμού. Υπόθεσαν ότι η μείωση των επιπέδων μαγνησίου στον ορό συμβάλλει στην αύξηση της αγγειακής ασβεστοποίησης και ως εκ τούτου αυξάνει η καρδιαγγειακή θνησιμότητα.
Συνοπτικά, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία στη βιβλιογραφία, φαίνεται ότι η απλή και φθηνή από του στόματος χορήγηση συμπληρωμάτων μαγνησίου μπορεί να μειώσει την καρδιαγγειακή θνησιμότητα ασθενών που έχουν ήδη επηρεαστεί σοβαρά από τέτοιες ασθένειες. Σε αυτό το πλαίσιο, η έννοια των «φυσιολογικών» έναντι των «ιδανικών» επιπέδων μαγνησίου στον ορό θα πρέπει να επανεξεταστεί προσεκτικά[22].
Έχει αναφερθεί ότι, φυσικές βιοενεργές ουσίες όπως η κερσετίνη, κουρκουμίνη, ρεσβερατρόλη και το μαγνήσιο, αναστέλλουν την αρτηριακή αγγειακή ενασβεστίωση.
To 2021 o Mehansho H, και οι συνεργάτες απόδειξαν σε καλλιέργειες αγγειακών λείων μυϊκών κυττάρων (VSMCs) ότι, ο συνδυασμένη χορήγηση μαγνησίου, κερσετίνης, κουρκουμίνης και ρεσβερατρόλης είναι πιο αποτελεσματικός από ό,τι όταν αυτά χρησιμοποιούνται χωριστά[23].
Αυτό το εύρημα υποδηλώνει ότι η συνδυασμένη συμπληρωματική χορήγηση των παραπάνω ουσιών ασκεί συνεργική επίδραση στην αναστολή της αγγειακής ενασβεστίωσης, η οποία είναι παράγοντας κινδύνου για την πρόκληση καρδιαγγειακής νόσου. Έτσι, η τακτική κατανάλωση αυτών των φυσικών βιοενεργών ουσιών θα μπορούσε να έχει ευεργετική επίδραση στη μείωση της ανάπτυξης καρδιακών παθήσεων[23].
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.Morrison AR. Magnesium Homeostasis: Lessons from Human Genetics. Clin J Am Soc Nephrol. 2023 Feb 1.
2.Ganga HV, Noyes A, White CM, Kluger J.Magnesium adjunctive therapy in atrial arrhythmias. Pacing Clin Electrophysiol. 2013 Oct;36(10):1308-18.
3.Kohno H, Koyanagi T, Kasegawa H, Miyazaki M. Three-day magnesium administration prevents atrial fibrillation after coronary artery bypass grafting. Ann Thorac Surg. 2005 Jan;79(1):117-26.
4.Oost LJ, van der Heijden AAWA, Vermeulen EA, Bos C, Elders PJM, Slieker RC, Kurstjens S, van Berkel M, Hoenderop JGJ, Tack CJ, Beulens JWJ, de Baaij JHF.Serum Magnesium Is Inversely Associated With Heart Failure, Atrial Fibrillation, and Microvascular Complications in Type 2 Diabetes. Diabetes Care. 2021 Aug;44(8):1757-1765.
5.Hoffer M, Tran QK, Hodgson R, Atwater M, Pourmand A. Utility of magnesium sulfate in the treatment of rapid atrial fibrillation in the emergency department: a systematic review and meta-analysis. Eur J Emerg Med. 2022 Aug 1;29(4):253-261.
6.Fritzen R, Davies A, Veenhuizen M, Campbell M, Pitt SJ, Ajjan RA, Stewart AJ. Magnesium Deficiency and Cardiometabolic Disease. Nutrients. 2023 May 17;15(10):2355.
7.Li L, Lutsey PL, Chen LY, Soliman EZ, Rooney MR, Alonso A.Circulating Magnesium and Risk of Major Adverse Cardiac Events among Patients with Atrial Fibrillation in the ARIC Cohort. Nutrients. 2023 Feb 28;15(5):1211
8.Kostov K, Halacheva L. Role of Magnesium Deficiency in Promoting Atherosclerosis, Endothelial Dysfunction, and Arterial Stiffening as Risk Factors for Hypertension. Int J Mol Sci. 2018 Jun 11;19(6):1724.
9.Kamonwan Tangvoraphonkchai, Andrew Davenport. Magnesium and Cardiovascular Disease. Adv Chronic Kidney Dis. 2018 May;25(3):251-260.
10.Fritzen R, Davies A, Veenhuizen M, Campbell M, Pitt SJ, Ajjan RA, Stewart AJ. Magnesium Deficiency and Cardiometabolic Disease. Nutrients. 2023 May 17;15(10):2355.
11.Sanjuliani AF, de Abreu Fagundes VG, Francischetti EA. Effects of magnesium on blood pressure and intracellular ion levels of Brazilian hypertensive patients. Int J Cardiol. 1996 Oct 11;56(2):177-83.
12.Houston M.J. The role of magnesium in hypertension and cardiovascular disease. Clin Hypertens (Greenwich). 2011 Nov;13(11):843-7.
13.Tangvoraphonkchai K, Davenport A. Magnesium and Cardiovascular Disease..Adv Chronic Kidney Dis. 2018 May;25(3):251-260.
14.Mehansho H, Majeti S, Tzeghai G. Prevention of Vascular Calcification by Magnesium and Selected Polyphenols. Adv Prev Med. 2021 Apr 9;2021:6686597.
15 Anique D Ter Braake 1, Catherine M Shanahan, Jeroen H F de Baaij. Magnesium Counteracts Vascular Calcification: Passive Interference or Active Modulation? Arterioscler Thromb Vasc Biol. 2017 Aug;37(8):1431-1445.
16.Piotrowski AA, Kalus JS. Magnesium for the treatment and prevention of atrial tachyarrhythmias. Pharmacotherapy. 2004 Jul;24(7):879-95.
17.Hoffer M, Tran QK, Hodgson R, Atwater M, Pourmand A. Utility of magnesium sulfate in the treatment of rapid atrial fibrillation in the emergency department: a systematic review and meta-analysis. Eur J Emerg Med. 2022 Aug 1;29(4):253-261.
18.Abolbashari M. Atherosclerosis and Atrial Fibrillation: Double Trouble. Curr Cardiol Rep. 2022 Feb;24(2):67-73.
19.Jeanette A M Maier 1, Corinne Malpuech-Brugère, Wioletta Zimowska, Yves Rayssiguier, Andrzej Mazur. Low magnesium promotes endothelial cell dysfunction: implications for atherosclerosis, inflammation and thrombosis. Biochim Biophys Acta. 2004 May 24;1689(1):13-21.
20.Ismail, A.A.A.; Ismail, Y.; Ismail, A.A. Chronic magnesium deficiency and human disease; time for reappraisal? QJM2018, 111, 759–763
21.Sun, X.; Zhuang, X.; Huo, M.; Feng, P.; Zhang, S.; Zhong, X.; Zhou, H.; Guo, Y.; Hu, X.; Du, Z.; et al. Serum magnesium and the prevalence of peripheral artery disease: The Atherosclerosis Risk in Communities (ARIC) study. Atherosclerosis 2019, 282, 196–201.
22.Ákos Géza Pethő, Mihály Tapolyai, Maria Browne, Tibor Fülöp. Hypomagnesemia as a Risk Factor and Accelerator for Vascular Aging in Diabetes Mellitus and Chronic Kidney Disease. Metabolites.2023 Feb 19;13(2):306.
23.Mehansho H, Majeti S, Tzeghai G. Prevention of Vascular Calcification by Magnesium and Selected Polyphenols. Adv Prev Med. 2021 Apr 9;2021:6686597
24.Dominguez L, Veronese N, Barbagallo M. Magnesium and Hypertension in Old Age. .Nutrients. 2020 Dec 31;13(1):139.
25.Patni N, Fatima M, Lamis A, Siddiqui SW, Ashok T, Muhammad A. Magnesium and Hypertension: Decoding Novel Anti-hypertensives. Cureus. 2022 Jun 10;14(6):e25839.